Λόγω της δουλειάς μου έχω αλλάξει τα ονόματα και την τοποθεσία που έγινε το περιστατικό. Είναι όμως 100% πραγματικά όλα όσα αναφέρω. Όσοι ήταν εκείνη τη περίοδο μαζί μου θα καταλάβουν...
Ήμουν με μετάθεση σε μια ήσυχη, απομονωμένη, μικρή μονάδα. Είχαμε λίγους στρατιώτες. Εκείνη τη περίοδο ένας από αυτούς ήταν λίγο πειραγμένος. Από μικρός του άρεσε να διαβάζει και να ασχολείται με τη μαγεία. Με τη Μαύρη Μαγεία νομίζω. Το όνομά του ήταν Μιχάλης.
Ήταν Σάββατο και είχα υπηρεσία. Το βράδυ, περίπου στις έντεκα και μισή, βγήκα έφοδο για να ελέγξω όλους τους σκοπούς. Ο Μιχάλης εκείνη την ώρα εκτελούσε την υπηρεσία του περιπόλου.
Συνήθως τα βράδια του Οκτωβρίου στην περιοχή ήταν ανοιξιάτικα. Εκείνο το βράδυ όμως, όταν βγήκα έφοδο, ο αέρας φυσούσε ορμητικά. Ήταν τόσο δυνατός που φοβήθηκα ότι θα σπάσει τα δέντρα ή θα προκαλέσει κάποια ζημιά στο στρατόπεδο. Τα σκυλιά στην περιοχή ούρλιαζαν σαν τρελά. Γάβγιζαν ασταμάτητα (πάνω από το στρατόπεδο υπήρχε ένα μαντρί με πρόβατα με πολλά σκυλιά).
Τα σύννεφα ταξιδεύανε με μεγάλη ταχύτητα στον ουρανό, αποκαλύπτοντας συχνά το φεγγάρι. Είχε πανσέληνο.
Άρχισα να ανηφορίζω προς τις αποθήκες για να τις ελέγξω. Μπροστά μου, στα εκατό με εκατόν πενήντα μέτρα διέκρινα τον Μιχάλη, που ήταν περίπολο. Είχε το κεφάλι του σηκωμένο στον ουρανό και δεν άκουγε που τον φώναζα. Τα σκυλιά και ο αέρας συνέχιζαν να λυσσομανάνε.
Τον πλησίασα κι άλλο. Μπόρεσα τότε να τον ακούσω που έλεγε διάφορα πράγματα κοιτώντας συνέχεια τον ουρανό. Δεν καταλάβαινα τι έλεγε. Δε ξέρω ποια γλώσσα ήταν αυτή που μιλούσε.
Φοβήθηκα. Είχα ακούσει από άλλους στρατιώτες ότι ασχολείται με την μαύρη μαγεία. Ίσως αυτά που έλεγε, στην περίεργη αυτή γλώσσα, να ήταν κάποια επίκληση δε ξέρω κι εγώ που. Ο αέρας γινόταν όλο ποιο δυνατός. Τα σκυλιά είχαν τρελαθεί.
Για να τον σταματήσω πήγα και του χτύπησα τη πλάτη.
"Ρε μαλακισμένο, πήγαινε βρες καμιά γκόμενα να ξελαμπικάρεις και παράτα τα αυτά" του φώναξα.
Ο Μιχάλης σταμάτησε να μιλάει, γύρισε με κοίταξε και χαμογέλασε.
Αμέσως, λες και έγινε αυτόματα, σταμάτησε ο αέρας και το γάβγισμα των σκύλων. Ηρέμησε η φύση...
Δε τον ρώτησα τι έκανε. Το υπόλοιπο βράδυ ευτυχώς κύλησε ομαλά. Την Δευτέρα είπα στους συναδέλφους μου τι έγινε.
Our Horror Stories: Ευχαριστούμε το φίλο της σελίδας μας για την ιστορία που μας έστειλε.
1 Ιουλίου 1976. Η Ανελίζε Μίχελ πεθαίνει ήσυχα στον ύπνο της. Το σώμα της είναι καταπονημένο.
Ζυγίζει μόλις 30 κιλά. Τα γόνατά της είναι ξεσκισμένα, το
πρόσωπό της γεμάτο πληγές και μελανιές και τα δόντια της σπασμένα. Η
επίσημη δήλωση από τους γιατρούς ήταν ότι η Ανελίζε πέθανε από
υποσιτισμό και αφυδάτωση.
Η οικογένεια της και οι επίσκοποι που ήταν υπεύθυνοι για
τον εξορκισμό της, ήταν σίγουροι ότι την σκότωσαν οι δαίμονες που την
είχαν κυριέψει για πάνω από τρία χρόνια.
Ανελίζε Μίχελ
Η Ανελίζε Μίχελ γεννήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1952 στην περιοχή
Λείμπφινγκ στη Βαυαρία της Γερμανίας. Οι γονείς και τα αδέρφια της από
μικρή ηλικία μεγάλωσαν σε ένα βαθιά θρησκευόμενο περιβάλλον. Μέχρι το
1968, η Ανελίζε ζούσε μια τυπική εφηβική ζωή.
Τότε, εντελώς ξαφνικά η Ανελίζε εμφάνισε προβλήματα επικοινωνίας,
ενώ οι πόνοι και οι κρίσεις δεν της επέτρεπαν να ελέγξει το κορμί της
και να περπατήσει χωρίς τη βοήθεια κάποιου στηρίγματος. Οι γιατροί της
διέγνωσαν επιληψία και για την ταχύτερη θεραπεία της, η Ανελίζε εισήχθη
σε ψυχιατρικό νοσοκομείο. Η διαμονή της δεν είχε τα επιθυμητά
αποτελέσματα. Η Ανελίζε έπασχε κι από κατάθλιψη.
«Βλέπω στους τοίχους πρόσωπα δαιμονικά, με 7 στέμματα και 7 κέρατα»
Η Ανελίζε ακολουθούσε ιατρική περίθαλψη. Της είχαν χορηγηθεί αντι-επιληπτικά κι αντικαταθλιπτικά χάπια.
Ωστόσο, στη νεαρή κοπέλα δημιουργήθηκε η έμμονη ιδέα ότι υπάρχουν
δαίμονες κι ότι τους βλέπει γύρω της και στους δρόμους. Το ανέφερε
πολλές φορές στους γονείς και τον φίλο της. Επικεντρώθηκε στην καθολική
πίστη και τις προσευχές. Σύντομα όμως, απέκτησε μια αποστροφή σε ότι
ήταν θρησκευτικό, ενώ σύμβολα όπως ο σταυρός της προκαλούσαν αηδία.
Το 1973 η Ανελίζε κατάφερε να αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο, αλλά
ήταν πλέον πεπεισμένη ότι είχε δαιμονιστεί. Η κατάσταση της υγείας της
χειροτέρευε. Οι παραισθήσεις κατά τη διάρκεια των προσευχών της
πλήθαιναν, ενώ όλο και πιο συχνά φώναζε ότι έχει «κυριευθεί από
δαίμονες» κι ότι «θα σαπίσει στην κόλαση». Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου
ζήτησε να της κάνουν την τελετή του εξορκισμού.
Τα πρώτα συμπτώματα
Οι γονείς της Ανελίζε και κυρίως η μητέρα της, Ανν, ήταν θετικοί με
την επιθυμία της κόρης τους. Το αίτημα τους στην Καθολική Εκκλησία για
τέλεση εξορκισμού απορρίφθηκε πολλές φορές. Η Ανελίζε χρειάστηκε να
επισκεφτεί πάρα πολλούς νευρολόγους και ψυχίατρους, ώστε να
συνειδητοποιήσει τι ακριβώς της συνέβαινε.
Το Βατικανό δεν μπορούσε να επιτρέψει να γίνει ο εξορκισμός, μία
επίπονη διαδικασία, αν τα συμπτώματα μπορούσαν να δικαιολογηθούν
επιστημονικά. Οι γιατροί αποφάνθηκαν ότι η Ανελίζε έπασχε από κάτι
«παρόμοιο με την επιληψία» και ότι βέβαια δεν μπορούσε να θεραπευτεί με
τον εξορκισμό. Έως τον θάνατο της, η Μίχελ έπαιρνε τα φάρμακα που της
είχαν γράψει οι γιατροί της.
Για δύο χρόνια η Ανελίζε βασανιζόταν από συνεχείς κρίσεις. Η
γελαστή, φιλική και αγαθή κοπέλα που όλοι γνώριζαν και συμπαθούσαν δεν
έμοιαζε σε τίποτα με αυτό που είχε μετατραπεί η Ανελίζε. Έγινε επιθετική
κι επικίνδυνη, βλάπτοντας σωματικά τους δικούς της και τον εαυτό της.
Περνούσε ώρες κλεισμένη στο δωμάτιο της ουρλιάζοντας,
τραυματίζοντας το σώμα της και σπάζοντας σταυρούς. Για τρία χρόνια
κοιμόταν στο πέτρινο δάπεδο του σπιτιού της. Το γόνατά της ήταν
κομματιασμένα. Έσκιζε τα ρούχα της και κυκλοφορούσε γυμνή. Η κατάσταση
έφτασε στο απροχώρητο, όταν η Ανελίζε ξεκίνησε να τρέφεται με αράχνες κι
άλλα έντομα και να πίνει τα ίδια της τα ούρα. Υπήρχαν στιγμές που η
Ανελίζε είχε διαύγεια των πράξεων της, όμως κι αυτές τελικά λιγόστεψαν.
Τελικά η εκκλησία πείστηκε να γίνουν εξορκισμοί. Στις 24 Σεπτέμβρη
του 1974, ξεκίνησε ο εξορκισμός της Ανελίζε Μίχελ. Για δέκα συνεχόμενους
μήνες υπέστη πάνω από 65 εξορκισμούς. Η Καθολική Εκκλησία, αφού
πείστηκε ότι τα συμπτώματα της Ανελίζε υποδήλωναν δαιμονισμό, ανέθεσε
στον πατέρα Άρνολντ Ρεντς και τον πάστορα Ερνστ Αλτ τον «Μεγάλο
Εξορκισμό» της Ανελίζε Μίχελ.
Ο εξορκισμός βασίστηκε στο Rituale Romanum, την τελετή εξορκισμού
που ακολουθούσε η Καθολική Εκκλησία από το 1614. Ο εξορκισμός έγινε με
άκρα μυστικότητα. Το πρόσωπο της Ανελίζε είχε μεταμορφωθεί και κατά τη
διάρκεια των τελετών, η κοπέλα μιλούσε με μία απόκοσμη, βαθιά φωνή.
Ο πατέρας Άρνολντ Ρεντς από κάποιο σημείο κι έπειτα ηχογράφησε τον
εξορκισμό της κοπέλας, καθώς ήταν αδύνατο να απομνημονεύσει ό,τι έλεγε η
Ανελίζε. Μεταξύ άλλων, η κοπέλα φώναζε ότι είχε κυριευθεί από δαίμονες
που δεν μπορούσαν να φύγουν από το σώμα της.
Ο Άρνολντ Ρεντς μέσα από ερωτήσεις, όπως «ποιος είσαι» και «ποια
είναι τα ονόματα σου», απευθυνόταν στους δαίμονες που βρίσκονταν στο
σώμα της Ανελίζε. Τελικά κατέληξε ότι έξι δαίμονες κυριαρχούσαν στην
Ανελίζε. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο Εωσφόρος, ο Χίτλερ, ο έκπτωτος ιερέας
Φλάισμαν, ο Νέρων κι ο Κάιν.
Υπήρχαν φορές που χρειάστηκε να αλυσοδέσουν την Ανελίζε προκειμένου
να μη βλάψει τον εαυτό της και τους γύρω της, καθώς η δύναμή της ήταν
τόση, που ακόμη και τρεις άνδρες δεν μπορούσαν να την συγκρατήσουν.
Μάρτυρες του εξορκισμού ανέφεραν ότι το σώμα της κοπέλας, κυριευμένο από
παραφυσικά πλάσματα, είχε γεμίσει εκδορές και μελανιές, ενώ υπήρχαν
φορές που το κορμί της αιωρούταν κι έπειτα έπεφτε με δύναμη στο πέτρινο
δάπεδο.
Στις 30 Ιουνίου του 1976 τελέστηκε ο τελευταίος εξορκισμός. Το
βράδυ, η εξαθλιωμένη Ανελίζε είπε στην μητέρα της ότι κάτι θα συμβεί. Το
πρωί ήταν νεκρή. Τα τελευταία της λόγια προς τους εξορκιστές ήταν
«ικετεύστε για την άφεση», ενώ στην μητέρα της είπε: «μητέρα, είμαι
φοβισμένη».
Απόσπασμα από τον εξορκισμό της Ανελίζε Μίτσελ, από τις ηχογραφήσεις του πατέρα Άρνολντ Ρεντς:
«Υπόθεση Κλίνγκερμπεργκ»
Τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στην περιοχή Κλίνγκερμπεργκ της
Βαυαρίας μεταφέρθηκαν δικαστικά δύο χρόνια αργότερα, το 1978. Ο γιατρός
που επισκέφτηκε την οικεία των Μίχελ, την ημέρα πέθανε η Ανελίζε,
κατηγόρησε τους γονείς της για τον θάνατο της κόρης τους.
Την εποχή που πέθανε η Ανελίζε έκανε πρεμιέρα στη Γερμανία η ταινία
του Γουίλιαμ Φρίντκιν, «Ο εξορκιστής». Η ταινία προκάλεσε κύμα εμμονών
γύρω από τα μεταφυσικά γεγονότα. Κρούσματα περί δαιμονισμού και
παρόμοιων ιδεών αυξήθηκαν ακαριαία στη Γερμανία.
Η δίκη ξεκίνησε στις 30 Μαρτίου του 1978, δύο χρόνια αργότερα από
την κινηματογραφική προβολή του «Εξορκιστή» για να αποφευχθεί τυχόν
σύγκριση του εξορκισμού της Ανελίζε με τα γεγονότα που περιέγραφε η
ταινία. Από την πλευρά της Εκκλησίας, ο πατέρας Άρνολντ Ρετς, προσπάθησε
να αποδείξει μέσα από τις κασέτες που είχε ηχογραφήσει τον εξορκισμό
της Ανελίζε, ότι η κοπέλα ήταν όντως δαιμονισμένη.
Από την πλευρά της επιστήμης, γιατροί που παρακολουθούσαν την υγεία
της Ανελίζε υποστήριξαν ότι συμπτώματα της 24τετράχρονης Μίχελ ήταν
συμπτώματα επιληψίας κι ότι με την κατάλληλη ιατροφαρμακευτική αγωγή,
ήταν δυνατό να περιοριστούν. Η απόφαση του δικαστηρίου έκρινε τους
γονείς και τους εξορκιστές της Ανελίζε ένοχους για φόνο εξ’ αμελείας.
Καταδικάστηκαν σε έξι μήνες φυλάκιση. Η κακή διατροφή και η μη λήψη
υγρών κατά τη διάρκεια όλων των ιεροτελεστιών, ήταν τα αίτια από τα
οποία πέθανε η Ανελίζε.
Εκταφή
Ήδη από εκείνη την εποχή, η επιρροή της Εκκλησίας και της θρησκείας
γενικά άρχισε να αμφισβητείται κι όλο και περισσότεροι άνθρωποι έψαχναν
εξηγήσεις μέσα από την επιστήμη.
Σύντομα, ξεκίνησε η σύγκρουση της θρησκευτικής πίστης με την αυτήν
της επιστημονικής απόδειξης. Παρόλο που τα αίτια θανάτου της Ανελίζε δεν
ήταν μεταφυσικά, οι γονείς της κοπέλας ζήτησαν να γίνει εκταφή του
σώματός της λίγο πριν από τη δίκη. Ο λόγος ήταν ότι η ταφή είχε γίνει
πρόχειρα.
Στην πραγματικότητα, μία καλόγρια είχε εκμυστηρευτεί στους γονείς
της νεαρής ότι το σώμα της Ανελίζε παρέμενε άθικτο από την αποσύνθεση
επειδή ήταν δαιμονισμένη. Το σώμα της Ανελίζε ωστόσο είχε αποσυντεθεί.
Αν και αργότερα μια επιτροπή της Γερμανικής Εκκλησίας παραδέχτηκε ότι ο
θάνατος της Ανελίζε Μίχελ δεν προήλθε από δαιμονισμό, υπάρχουν ακόμη και
σήμερα αναρίθμητοι πιστοί που πιστεύουν το αντίθετο.
Η Ανν Μίχελ, το 2007 ανέφερε ότι «ακόμη κάτι υπάρχει μέσα στο
σπίτι. Κάτι δεν έχει φύγει». Λίγα χρόνια μετά το σπίτι που έμενε η
Ανελίζε έπιασε φωτιά κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Σύμπτωση ή όχι,
ιστορίες δαιμονισμού και μεταφυσικών γεγονότων πάντα θα συνεπαίρνουν
τους πιστούς και πάντα θα «ιντριγκάρουν» τους επιστήμονες.
Η Greek Paranormal Society συνεχίζει το ταξίδι της στα μυστικά της Ελλάδος. Τρίτη στάση της αποτελεί η Κως και οι ιστορίες της για το Ασκληπιείο. Απολαύστε το τρίτο επεισόδιο στο βίντεο που ακολουθεί:
Το 2005 ζούσα στο εξωτερικό. Αποφασίσαμε μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι να πάμε για τα Χριστούγεννα σε μια υπέροχη μεσαιωνική πόλη, τη Σιγκισοάρα.
Ξεκινήσαμε στις 24 Δεκεμβρίου και φτάσαμε αργά. Είχε νυχτώσει. Πήγαμε στο ξενοδοχείο, τακτοποιηθήκαμε και αποφασίσαμε να περπατήσουμε την γραφική πόλη που ήταν υπέροχα στολισμένη για τις γιορτές. Το χιόνι έπεφτε χοντρό, απαλά απαλά στο έδαφος.
Κατά τη διάρκεια της βόλτας μας περάσαμε από ένα τρομακτικό ξύλινο τούνελ για να ανέβουμε τα σκαλοπάτια ενός λόφου. Φτάσαμε έξω από το αρχαιότερο μεσαιωνικό νεκροταφείο. Είδαμε κόσμο μέσα και μπήκαμε κι εμείς. Μπορώ να πω ότι ήταν τρομοκρατικό το τοπίο.
Κάναμε μια βόλτα μέσα σε αυτό. Ξαφνικά ο φίλος της παρέας μας μου πέταξε μια χιονόμπαλα, έτσι για πλάκα! Του πέταξα μια κι εγώ και αρχίσαμε να παίζουμε όλοι μαζί χιονοπόλεμο μέσα στο νεκροταφείο.
Όταν βγήκαμε από το νεκροταφείο βγάλαμε φωτογραφίες. Εγώ με τη ψηφιακή μου μηχανή και το φιλικό μας ζευγάρι με τη δική τους. Είχαν μια με φιλμ.
Όταν τελείωσαν οι διακοπές μας και επιστρέψαμε πίσω, ξαναβρεθήκαμε για ένα ποτό και πήραμε μαζί μας και τις φωτογραφίες για να τις δείξει ο ένας στον άλλο.
Το φιλικό μας ζευγάρι μας έδειξε μια φωτογραφία μας, που είχαμε βγάλει έξω από το νεκροταφείο. Ήμουν εγώ με τη γυναίκα μου και από πάνω μας μια λευκή σκιά, που μας σκέπαζε και τους δύο. Σας θυμίζω ότι είχαν φωτογραφική με φιλμ και το πρώτο που σχολίασαν ήταν ότι μάλλον ήταν πρόβλημα του φιλμ. Στις δικές τους φωτογραφίες στο ίδιο σημείο δεν υπήρχε η λευκή σκιά!
Έβγαλα τότε τη δική μου φωτογραφική μηχανή που ήταν ψηφιακή. Στις δικές μας φωτογραφίες και μόνο, έξω από το νεκροταφείο, υπήρχε πάλι η λευκή σκιά!
Τι ήταν τελικά; Μη ξεχνάμε ότι η Σιγκισοάρα είναι η πόλη που γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα του χρόνια ο Vlad Cepes, ο γνωστός ως Δράκουλάς στη Ρουμανία...
Our Horror Story: Ευχαριστούμε τον φίλο του blog μας για την ιστορία και την φωτογραφία που μας έστειλε.
Άνοιξα τα μάτια μου απότομα. Ο θόρυβος από το διπλανό δωμάτιο με ξύπνησε. Θα πρέπει να το είχα ακούσει στον ύπνο μου σκέφτηκα. Δεν μπορεί να άκουσα το κλάμα ενός μωρού. Δεν είχαμε κανένα μωράκι στο σπίτι.
Προσπαθούσα να συνέλθω από το απότομο ξύπνημα. Έτριψα τα μάτια με τα χέρια μου και έπιασα το ρολόι που είχα αφήσει στο κομοδίνο να δω τι ώρα ήταν. 03:01. Kαι τότε ξαφνικά άκουσα πάλι το κλάμα του μωρού!
Σηκώθηκα και άρχισα να πηγαίνω προς το δωμάτιο που άκουγα το κλάμα. Ήταν του αδερφού μου που ήταν στο στρατό. Έπρεπε να ήταν άδειο τώρα.
Πέρασα τη πόρτα από το υπνοδωμάτιο των γονιών μου. Κοιμόταν. Δεν πρέπει να είχαν ακούσει τα κλάματα. Δε τους ξύπνησα.
Έφτασα στο δωμάτιο που άκουγα το κλάμα. Άνοιξα σιγά σιγά την πόρτα. Μπήκα μέσα και είδα στο δωμάτιο ένα μωράκι να κλαίει! Αλλά όχι ένα οποιοδήποτε μωρό! Ήμουν εγώ μικρή!!!!
Το μωράκι, εγώ δηλαδή, με κοιτούσε κλαίγοντας. Σήκωσε τότε το χέρι του και μου έδειξε προς τη ντουλάπα. Συνέχισε το κλάμα. Κοίταξα στη ντουλάπα.
Στην αρχή δεν είδα κάτι. Ξαφνικά όμως μια σκιά άρχισε να καλύπτει τη ντουλάπα. Δεν μπορούσα να καταλάβω από που προερχόταν. Η σκιά γινόταν όλο και μεγαλύτερη. Προσπάθησα να φωνάξω τους γονείς μου αλλά δε μπορούσα. Δεν μπορούσα να βγάλω το παραμικρό ήχο... Δε μπορούσα να κάνω την παραμικρή κίνηση... Ένιωθα παγιδευμένη στο ίδιο μου το σώμα.
Η σκιά είχε σκεπάσει σχεδόν όλο το δωμάτιο και ερχόταν όλο πιο κοντά σε μένα.
-Είδες; Κατάλαβες τώρα; Μου είπε το μωρό με φωνή μεγάλου ανθρώπου.
Η πόρτα του δωματίου έκλεισε. Ήρθε το τέλος μου σκέφτηκα.
Και τότε άνοιξα πάλι τα μάτια μου! Ήμουν στο κρεβάτι. Ήταν απλά ένα τρομακτικό όνειρο. Ένας εφιάλτης!
Έτριψα τα μάτια μου και πήρα το ρολόι που είχα αφήσει στο κομοδίνο να δω τι ώρα ήταν. 03:01! Σηκώθηκα απότομα από το κρεβάτι, πέρασα γρήγορα από την πόρτα του δωματίου των γονιών μου που κοιμόταν και έτρεξα στο δωμάτιο του αδερφού μου. Ευτυχώς ήταν άδειο! Ούτε μωράκι υπήρχε ούτε κλάματα! Ευτυχώς όλα ήταν ένας εφιάλτης!