Δουλεύω στο νοσοκομείο Γεννηματάς στην Αθήνα. Αρχές του 2011 ήταν θυμάμαι. Μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων μου είχαν πέσει πολλές απογευματινές και νυχτερινές βάρδιες.
Την πρώτη φορά που μου έτυχε το περίεργο περιστατικό ήταν στις 24 Ιανουαρίου. Είχα τελειώσει την απογευματινή μου βάρδια και είχα μείνει στο νοσοκομείο για να δω μια φίλη μου που είχε την μητέρα της στην εντατική.
Στις 23:30 περίπου πέρασα την έξοδο του νοσοκομείου και κατευθύνθηκα γρήγορα προς τη στάση του μετρό. Περπατούσα στο πεζοδρόμιο, παράλληλα με την περίφραξη του νοσοκομείου, όταν ξαφνικά άκουσα ένα δυνατό θόρυβο από μέσα από την περίφραξη, σαν να χτύπησε τα κάγκελα κάποιος από μέσα δυνατά.
Τρόμαξα και σταμάτησα να δω τι θόρυβος ήταν αυτός. Αρχικά σκέφτηκα ότι ήταν κάποια γάτα ή σκύλος που προσπαθούσε να βγει έξω. Αλλά ο θόρυβος έμοιαζε σαν κάποιος να χτυπάει τη σιδερένια περίφραξη με άλλο σίδερο.
Πλησίασα το πλέγμα της περίφραξης. Ήταν πολύ σκοτεινά, αν και βρίσκεται πάνω στη Μεσογείων. Έσκυψα το κεφάλι μου κοντά στη περίφραξη μήπως και μπορέσω να διακρίνω καλύτερα. Άκουγα ήχους, σαν κάποιος να σέρνεται στο έδαφος. Σκέφτηκα ότι ήταν τα φύλλα που κινούνται από τον αέρα . Πλησίασα κι άλλο.
Ξαφνικά άκουσα και πάλι το μεταλλικό ήχο... πολύ κοντά σε μένα αυτή τη φορά... Κόλλησα σχεδόν το πρόσωπό μου στο πλέγμα της περίφραξης όταν ξαφνικά, ακριβώς μπροστά στο πρόσωπό μου, πετάχτηκε από μέσα ένα ανθρώπινο χέρι σαν να προσπαθούσε να με γραπώσει.
Τρόμαξα και τραβήχτηκα πίσω. Κοίταξα πάλι στο μέρος που πετάχτηκε το χέρι αλλά δε μπορούσα να δω κανέναν. Πλησίασα πάλι ρωτώντας αν θέλει κάποιος βοήθεια. Δε πήρα καμία απάντηση... Πριν φύγω έριξα μία ακόμη ματιά. Τότε ήταν σαν να είδα μια σκιά, μια μαύρη ανθρώπινη φιγούρα, να κάθεται κουλουριασμένη κάτω από ένα δέντρο... αλλά μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα εξαφανίστηκε! Μάλλον θα ήταν ιδέα μου σκέφτηκα.
Την επόμενη μέρα ήμουν νυχτερινή. Και πάλι δώδεκα παρά περπατούσα δίπλα από την ίδια περίφραξη για να πάω στην είσοδο του νοσοκομείου. Τότε είδα ένα φως, σαν να είχε αναμμένο κάποιος αναπτήρα, να κινήτε ανάμεσα στη βλάστηση. Μόνο που δε μπορούσα να διακρίνω κανέναν να το κρατάει. Στην είσοδο ρώτησα την ασφάλεια αν ψάχνουν τίποτα στο προαύλιο με αλλά μου απάντησαν ότι κανένας δε πέρασε στο προαύλιο, κανένας δε ψάχνει τίποτα. Τι φως ήταν αυτό που είδα όμως;
Την τρίτη μέρα ήμουν απογευματινή και πάλι. Η αντικαταστάτριά μου άργησε να έρθει να με αλλάξει εκείνη τη μέρα. Σκέφτηκα να πάω να δω και πάλι τη φίλη μου που είχε τη μητέρα της άρρωστη. Όσο συζητούσα με τη φίλη μου, μου τηλεφώνησε η αντικαταστάτρια μου για να μου πει πως θα αργήσει κι άλλο και πως για να μη χάσω το τελευταίο μετρό και πληρώνω ταξί, να φύγω και το πολύ σε ένα τέταρτο θα φτάσει και εκείνη.
Έτσι και έκανα. Καθώς περπατούσα δίπλα από τη περίφραξη άκουσα κάποιον να μιλάει μέσα από το προαύλιο. Δε μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε. Άκουσα το μεταλλικό χτύπο και πάλι. Πλησίασα ασυναίσθητα να δω τι συμβαίνει. Διέκρινα και πάλι ένα φως ανάμεσα στις φυλλωσιές, πιο αμυδρό αυτή τη φορά, μέχρι που έσβησε. Πλησίασα κι άλλο φωνάζοντας αν είναι κανείς εκεί. Τίποτα. Καμία απάντηση. Κοίταξα ξανά στην κατεύθυνση που είχα δει τελευταία φορά το φως.
Ξαφνικά πετάχτηκε και πάλι μέσα από τα κάγκελα ένα χέρι, ματωμένο αυτή τη φορά, σαν να προσπαθούσε να με πιάσει. Και πάλι είδα μόνο το χέρι! Τίποτα άλλο! Τρομοκρατήθηκα και τραβήχτηκα προς τα πίσω για να το αποφύγω... Έκανα ένα βήμα προς τα πίσω, όταν στον ώμο μου ένιωσα ένα χέρι να με πιάνει!!!!
"Σε τσάκωσα μικρή! Νόμιζες θα μου ξεφύγεις;" Άκουσα μια γυναικεία φωνή.
Βγάζοντας μια κραυγή τρόμου και προσπαθώντας με σπασμωδικές κινήσεις να πάρω το χέρι από πάνω μου γύρισα να δω ποιος με είχε πιάσει.
Ήταν η συνάδελφος που είχε αργήσει να με αντικαταστήσει.
"Συγγνώμη, δεν ήθελα να σε τρομάξω..." απολογήθηκε χωρίς να ξέρει τι είχε συμβεί πιο μπροστά.
Διαβάστε επίσης:
Εγκλωβισμένος στο... πουθενά
Διαδικτυακή Γνωριμία
Πλησίασα το πλέγμα της περίφραξης. Ήταν πολύ σκοτεινά, αν και βρίσκεται πάνω στη Μεσογείων. Έσκυψα το κεφάλι μου κοντά στη περίφραξη μήπως και μπορέσω να διακρίνω καλύτερα. Άκουγα ήχους, σαν κάποιος να σέρνεται στο έδαφος. Σκέφτηκα ότι ήταν τα φύλλα που κινούνται από τον αέρα . Πλησίασα κι άλλο.
Ξαφνικά άκουσα και πάλι το μεταλλικό ήχο... πολύ κοντά σε μένα αυτή τη φορά... Κόλλησα σχεδόν το πρόσωπό μου στο πλέγμα της περίφραξης όταν ξαφνικά, ακριβώς μπροστά στο πρόσωπό μου, πετάχτηκε από μέσα ένα ανθρώπινο χέρι σαν να προσπαθούσε να με γραπώσει.
Τρόμαξα και τραβήχτηκα πίσω. Κοίταξα πάλι στο μέρος που πετάχτηκε το χέρι αλλά δε μπορούσα να δω κανέναν. Πλησίασα πάλι ρωτώντας αν θέλει κάποιος βοήθεια. Δε πήρα καμία απάντηση... Πριν φύγω έριξα μία ακόμη ματιά. Τότε ήταν σαν να είδα μια σκιά, μια μαύρη ανθρώπινη φιγούρα, να κάθεται κουλουριασμένη κάτω από ένα δέντρο... αλλά μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα εξαφανίστηκε! Μάλλον θα ήταν ιδέα μου σκέφτηκα.
Την επόμενη μέρα ήμουν νυχτερινή. Και πάλι δώδεκα παρά περπατούσα δίπλα από την ίδια περίφραξη για να πάω στην είσοδο του νοσοκομείου. Τότε είδα ένα φως, σαν να είχε αναμμένο κάποιος αναπτήρα, να κινήτε ανάμεσα στη βλάστηση. Μόνο που δε μπορούσα να διακρίνω κανέναν να το κρατάει. Στην είσοδο ρώτησα την ασφάλεια αν ψάχνουν τίποτα στο προαύλιο με αλλά μου απάντησαν ότι κανένας δε πέρασε στο προαύλιο, κανένας δε ψάχνει τίποτα. Τι φως ήταν αυτό που είδα όμως;
Την τρίτη μέρα ήμουν απογευματινή και πάλι. Η αντικαταστάτριά μου άργησε να έρθει να με αλλάξει εκείνη τη μέρα. Σκέφτηκα να πάω να δω και πάλι τη φίλη μου που είχε τη μητέρα της άρρωστη. Όσο συζητούσα με τη φίλη μου, μου τηλεφώνησε η αντικαταστάτρια μου για να μου πει πως θα αργήσει κι άλλο και πως για να μη χάσω το τελευταίο μετρό και πληρώνω ταξί, να φύγω και το πολύ σε ένα τέταρτο θα φτάσει και εκείνη.
Έτσι και έκανα. Καθώς περπατούσα δίπλα από τη περίφραξη άκουσα κάποιον να μιλάει μέσα από το προαύλιο. Δε μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε. Άκουσα το μεταλλικό χτύπο και πάλι. Πλησίασα ασυναίσθητα να δω τι συμβαίνει. Διέκρινα και πάλι ένα φως ανάμεσα στις φυλλωσιές, πιο αμυδρό αυτή τη φορά, μέχρι που έσβησε. Πλησίασα κι άλλο φωνάζοντας αν είναι κανείς εκεί. Τίποτα. Καμία απάντηση. Κοίταξα ξανά στην κατεύθυνση που είχα δει τελευταία φορά το φως.
Ξαφνικά πετάχτηκε και πάλι μέσα από τα κάγκελα ένα χέρι, ματωμένο αυτή τη φορά, σαν να προσπαθούσε να με πιάσει. Και πάλι είδα μόνο το χέρι! Τίποτα άλλο! Τρομοκρατήθηκα και τραβήχτηκα προς τα πίσω για να το αποφύγω... Έκανα ένα βήμα προς τα πίσω, όταν στον ώμο μου ένιωσα ένα χέρι να με πιάνει!!!!
"Σε τσάκωσα μικρή! Νόμιζες θα μου ξεφύγεις;" Άκουσα μια γυναικεία φωνή.
Βγάζοντας μια κραυγή τρόμου και προσπαθώντας με σπασμωδικές κινήσεις να πάρω το χέρι από πάνω μου γύρισα να δω ποιος με είχε πιάσει.
Ήταν η συνάδελφος που είχε αργήσει να με αντικαταστήσει.
"Συγγνώμη, δεν ήθελα να σε τρομάξω..." απολογήθηκε χωρίς να ξέρει τι είχε συμβεί πιο μπροστά.
Διαβάστε επίσης:
Εγκλωβισμένος στο... πουθενά
Διαδικτυακή Γνωριμία
2 σχόλια:
Μπορει καποιος να μου εξηγησει ποιος ηταν αυτος που εκανε τους περιεργους ηχους και ποιανου ηταν το χερι;;;
http://ourhorrorstories.blogspot.de/2014/03/blog-post_630.html?m=1 δες εδω... η κάποιος κανει πλάκα η ειναι ότι πιο ανατριχιαστικο και τρελο που χει συμβεί
Δημοσίευση σχολίου