SlideShow

Eye GIF - Scary Dark Eyes GIFs
8

Μια διαφορετική επικοινωνία...



Καθόμουν με την κοπέλα μου όταν αυτή μου είπε για μια γνωστή της που έριχνε κάρτες Ταρώ και έλεγε το μέλλον με πολύ επιτυχία. Μου πρότεινε να τα ρίξει και για μένα τα χαρτιά και εγώ όλο περιέργεια δέχτηκα. 

Το επόμενο Σάββατο πήγαμε στο σπίτι της και μου έριξε τα χαρτιά. Μου είπε ότι βλέπει αρκετά προβλήματα να με πλησιάζουν. Σύντομα θα δυσκολέψει η ζωή μου, όχι γιατί θα πάθω κάτι εγώ αλλά άτομα στο οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον μου. 

Όταν φύγαμε είπα στην κοπέλα μου ότι η τύπησα πουλούσε φύκια και μεταξωτές κορδέλες. Γενικότητες που μπορεί να συμβούν στον καθένα.

Την επόμενη εβδομάδα ο αδερφός μου είχε ένα σοβαρό αυτοκινητιστικό ατύχημα στην εθνική. Μια νταλίκα έχασε τον έλεγχο και έπεσε πάνω του. Τον μεταφέρανε στο νοσοκομείο σε κώμα. Η ζωή του κρέμονταν από μια λεπτή κλωστή.

Μέσα στην στεναχώρια με τον αδερφό μου, απολύθηκε η μητέρα μου. Είχε τώρα περισσότερο χρόνο να φροντίζει τον αδερφό μου στο νοσοκομείο αλλά τα έξοδα της οικογένειας ήταν πια περισσότερα από τα έσοδα. Αναγκάστηκα να βρω και δεύτερη δουλειά, βραδινή. Όσο περνούσε ο καιρός τόσο ένιωθα το κουράγιο να με εγκαταλείπει. 

Σε όλα τα προβλήματα προστέθηκε και η αρρώστια του κολλητού μου.  Καρκίνος στους πνεύμονες.  Ψυχολογικά ήμουν ράκος όταν μου τηλεφώνησε η μητέρα μου: "Με πήραν από τη δουλειά του μπαμπά. Έπεσε από τη σκαλωσιά και έσπασε το πόδι και το χέρι του."


Ήμουν με την κοπέλα μου εκείνη τη στιγμή. Όταν άκουσε τα νέα για το πατέρα μου γύρισε και μου είπε: Κοίτα να δεις, ότι ακριβώς σου είπε η γνωστή μου όταν σου έριξε τα ταρώ. Όλοι γύρο σου έχουν σοβαρά προβλήματα. Δε το είχα συνδυάσει έτσι μέχρι τότε.

Α τη ρουφιάνα σκέφτηκα, να δεις αυτή τα έχει κάνει όλα. Ζήτησα το τηλέφωνό της από την κοπέλα μου και την κάλεσα αμέσως. Της εξήγησα την κατάσταση που βρισκόμουν και της ζήτησα αν έχει κάνει κάτι αυτή να το σταματήσει.

"Δε κατάλαβες καλά πως λειτουργεί αυτό" μου απάντησε. "Δεν έχω κάνει κάτι εγώ. Αυτές οι οντότητες, με τις οποίες επικοινωνώ όταν ρίχνω τα χαρτιά μου είπαν τι θα σου συμβεί στο μέλλον και τώρα είναι εδώ για να τα πραγματοποιήσουν. Δε μπορώ να κάνω κάτι".

Πανικοβλήθηκα. Το ίδιο απόγευμα πήγα και βρήκα τον πνευματικό μου και του είπα τι είχα πάθει. Αυτός μου εξήγησε πως το πιο πιθανό ήταν κάποιο δαιμόνιο να κυκλοφορεί στην οικογένειά μου. Μου είπε επίσης πως η πρόβλεψη του μέλλοντος με τέτοιες μεθόδους μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνη. Τέλος μου έδωσε μια προσευχή που έπρεπε να λέω πριν πέσω για ύπνο κάθε βράδυ.


Όσο και αν φαίνεται περίεργο, μου ήταν σχεδόν αδύνατο να διαβάσω τη προσευχή. Μπέρδευα τα λόγια μου και δεν μπορούσα να την ολοκληρώσω.

 Ήμουν θυμάμαι στο δωμάτιό μου εκείνο το βράδυ και η μητέρα μου είχε επιστρέψει από το νοσοκομείο και ξεκουραζόταν στο σαλόνι βλέποντας τηλεόραση. Είχε έρθει η στιγμή να διαβάσω πάλι την προσευχή. Ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και άνοιξα το χαρτί που είχε γραμμένη το προσευχή. Την πρώτη φορά απέτυχα ξανά. Την δεύτερη φορά όμως κατάφερα και την διάβασα όλη. Τότε αισθάνθηκα στο κέντρο του δωματίου μου να έγινε ένα είδος έκρηξης, χωρίς ήχο όμως, χωρίς να προκαλέσει ζημιές. Ένιωσα όμως ένα είδος ωστικού κύματος να με διαπερνά. Πανικοβλήθηκα! Άρχισα από το φόβο μου να φωνάζω τη μητέρα μου σαν να ήμουν μικρό παιδάκι. Όταν ήρθε τρομαγμένη της είπα ότι ήταν απλά ένα όνειρο.


Την επόμενη μέρα δέχτηκα ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα.Ήταν η γνωστή της κοπέλας μου, που μου είχε ρίξει τα Ταρώ. Μου είπε ότι χτες το βράδυ την ενημέρωσαν πως τελικά είμαι πολύ δυνατός και πως τα κατάφερα. 

Δε την ρώτησα ποιος της το είπε και πως. Απλά την απείλησα πως αν ξανασχοληθεί με μένα την οικογένειά μου ή τη κοπέλα μου θα τη σκότωνα με τα ίδια μου τα χέρια.
4

Μα, δεν έφυγες;


Ακόμη και τώρα, που σας γράφω την δική μου ιστορία, ανατριχιάζω από το φόβο.

Καθόμουν στο καναπέ του καθιστικού, του παλιού μας σπιτιού στα Τρίκαλα,  και έβλεπα τηλεόραση. Ακριβώς πίσω και αριστερά από τον καναπέ που καθόμουν ήταν η εξώπορτα του σπιτιού μας, ενώ στο βάθος του καθιστικού, δίπλα από την τηλεόραση η πόρτα που οδηγούσε στα άλλα δωμάτια του σπιτιού.

Ήξερα πως στο σπίτι ήμουν εγώ στο καθιστικό και ο πατέρας μου μέσα στην κρεβατοκάμαρα. Κανείς άλλος. 

Ενώ έβλεπα τηλεόραση, μπήκε μέσα στο καθιστικό ο πατέρας μου και μου είπε ότι θα έβγαινε έξω μiα βόλτα. Άνοιξε την εξώπορτα, με αποχαιρέτισε και έφυγε από το σπίτι.

Εκεί που καθόμουν μόνος στο σπίτι άρχισα να ακούω θορύβους μέσα από το υπνοδωμάτιο. Γύρισα το κεφάλι μου όλο περιέργεια να δω τι συμβαίνει. Από την πόρτα φαινόταν ότι το φως στο υπνοδωμάτιο ήταν ανοιχτό. Και ο θόρυβος συνέχιζε και ακουγόταν σα να ήταν κάποιος εκεί!Όμως ήμουν μόνος μου! Ο πατέρας μου είχε φύγει!

Καθόμουν φοβισμένος στο καναπέ και δε τολμούσα να κουνηθώ, να πάω να δω τι συμβαίνει. Άρχισα να ακούω βήματα σαν να πλησίαζε κάποιος από τα υπνοδωμάτια στο καθιστικό. Ξαφνικά η πόρτα που οδηγούσε από το καθιστικό στα υπνοδωμάτια άρχισε να ανοίγει σιγά σιγά. Πάγωσα από το φόβο. Στο σπίτι ήμουν μόνος μου...


Άνοιξε η πόρτα και τότε είδα το πατέρα μου να μπαίνει μέσα στο σαλόνι...Ξανά...Ενώ είχε ήδη φύγει από το σπίτι...

"Μπαμπά τι κάνεις εδώ;" ρώτησα. "Δεν έφυγες πριν λίγο;"

Ο πατέρας μου με κοίταξε κι άρχισε να γελάει σατανικά ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ

Τότε ξύπνησα έντρομος. Είναι από τους χειρότερους εφιάλτες που έχω δει. Ακόμη και τώρα που το περιγράφω ανατριχιάζω από το φόβο.
22

Διαδικτυακή Γνωριμία


Την ιστορία που θα σας διηγηθώ μου την είπε ένας φίλος μου, έτσι όπως την έζησε ο ίδιος. Νομίζω ότι πρέπει να γνωρίζετε όλοι τι συμβαίνει, κυρίως όσοι περνάτε με τις ώρες στο facebook και σε άλλες σελίδες κοινωνικής δικτύωσης.

Ο κολλητός του φίλου μου λοιπόν, ας τον πούμε για την ιστορία Γιάννη, καθόταν με τις ώρες στο facebook κάνοντας γνωριμίες με όμορφες κοπέλες. Μιας και ήταν κι αυτός αντικειμενικά όμορφο παιδί είχε αρκετές επιτυχίες και είχε συναντήσει αρκετές κοπέλες από κοντά μέσω facebook.  Η αλήθεια είναι ότι δεν έψαχνε κάτι σοβαρό, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.


Ο φίλος μου, ας τον πούμε Μανώλη, ήταν στο σπίτι του Γιάννη και όπως πάντα χάζευαν στο facebook, όταν έστειλε στο Γιάννη αίτημα φιλίας μία κοπέλα με το όνομα Λίλη A. Η φωτογραφία στο προφίλ της ήταν καταπληκτική! "Η κοπέλα πρέπει να είναι μοντέλο αν είναι πραγματική η φωτογραφία της" αναφώνησε ο Γιάννης και αποδέχτηκε το αίτημα φιλίας. Όπως ήταν φυσικό μπήκανε κατευθείαν στις φωτογραφίες της και τις είδαν μία μία. Όπως μου είπε ο Μανώλης όλες οι φωτογραφίες της ήταν καταπληκτικές και ο Γιάννης μην αφήνοντας την ευκαιρία να πάει χαμένη, της έστειλε μήνυμα.  

Άρχισαν να μιλάνε λοιπόν. Η κοπέλα ήταν 24 χρονών, από την Πετρούπολη - αρκετά μακριά από την περιοχή που έμενε ο Γιάννης- ελεύθερη και σπούδαζε ψυχολογία. Μετά από λίγη ώρα ανοίξανε και την κάμερα για να δει ο ένας τον άλλο καλύτερα. Αυτό που μου είπε ο Μανώλης ήταν ότι στην κάμερα ήταν ακόμη πιο όμορφη!  Ο φωτισμός της δεν ήταν πολύ καλός, αλλά αρκετός για να βλέπει το πρόσωπό της πολύ καθαρά. Η υπόλοιπη εικόνα ήταν σε αποχρώσεις του μαύρου, χωρίς να μπορείς να διακρίνεις το δωμάτιό της.  Το ένα έφερε το άλλο και η Λίλη με τον Γιάννη αποφάσισαν να συναντηθούν εκείνη τη στιγμή από κοντά. Η αλήθεια είναι ότι η Λίλη δίσταζε να έρθει στο σπίτι του Γιάννη και έτσι αποφάσισαν να πάει ο Γιάννης σ' αυτήν.


"Μαλάκα είσαι σίγουρος; Θα πας τέτοια ώρα σε μια άγνωστη; Συναντιέστε μια άλλη μέρα." πρότεινε ο Μανώλης στο Γιάννη, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Η Λίλη του έστειλε την διεύθυνσή της και ο Γιάννης πετάχτηκε αμέσως όρθιος αρπάζοντας το δερμάτινο τζάκετ του. "Μαλάκα ευχήσου καλή τύχη" είπε ο Γιάννης κλείνοντας το μάτι του. Ο Μανώλης του ζήτησε όταν φτάσει να του τηλεφωνήσει καθώς ήταν πολύ αργά και η Λίλη έμενε αρκετά μακριά τους. Ο Μανώλης ζήτησε από τον Γιάννη επίσης να μείνει στο σπίτι του και να μη γυρίσει στο δικό του γιατί ήταν πολύ αργά. Και φυσικά ο Γιάννης δεν είχε κανένα πρόβλημα.

Μετά από μισή ώρα ο Μανώλης δέχτηκε τηλεφώνημα του Γιάννη και απάντησε. Όμως το σήμα ήταν χάλια και άκουγε με διακοπές. " Μαλάκα (κενό) που είμαι (κενό) κανείς (κενό) ανοιχτή (κενό)" και αμέσως μετά ακούστηκε ένας θόρυβος σα να έπεσε το κινητό κάτω.  Ο Μανώλης ανησύχησε και κάλεσε τον Γιάννη.  Άργησε πάρα πολύ να απαντήσει και όταν το σήκωσε, ο Μανώλης μπορούσε να ακούσει μόνο τον ήχο μιας αναπνοής. Που πήγαινε όλο πιο γρήγορα, πιο κοφτά. Όσο περνούσαν τα δευτερόλεπτα τόσο πιο δύσκολο ακουγόταν ότι γινόταν να αναπνεύσει. Ο Μανώλης φοβήθηκε και άρχισε να φωνάζει "Γιάννη τι συμβαίνει; Γιάννη είσαι καλά;"  αλλά δε πήρε καμία απάντηση. Το τηλέφωνο έκλεισε ξανά.Προσπάθησε να ξανακαλέσει αλλά άκουγε συνεχώς το ίδιο μήνυμα "Η σύνδεση με τον συνδρομητή που καλέσατε δεν είναι εφικτή". 


Ο Μανώλης είχε τρελαθεί από το φόβο. Είχε την διεύθυνση της Λίλη και σκέφτηκε να πάρει τηλέφωνο την αστυνομία. Κάλεσε αμέσως στο 100. "Νομίζω ότι ένας φίλος μου κινδυνεύει" άρχισε να φωνάζει όταν άκουσε πως κάποιος το σήκωσε αλλά αντί για απάντηση από την αστυνομία άκουσε ένα συριχτό ήχο που διαπερνούσε το τύμπανό του. 

Το έκλεισε και πριν προλάβει να ξανακαλέσει στην αστυνομία δέχτηκε κλήση από ένα άγνωστο αριθμό. Απάντησε διστακτικά 

- "Ναι;"
- "Γεια σου Μανώλη" ακούστηκε μια γυναικεία φωνή από την άλλη άκρη του ακουστικού την οποία ο Μανώλης ορκιζόταν ότι είχε ξανακούσει. "Ο φίλος σου είναι πλέον ευτυχισμένος. Θέλεις να γίνεις και εσύ; Θέλεις να έρθεις;' Ήταν η Λίλη. Θυμόταν την φωνή της από την συζήτηση που είχαν με κάμερα.
-" Που είναι ο Γιάννης; Τι του κάνατε; Θέλω να του μιλήσω"
-" Δε γίνεται. Δεν έχει σήμα. Έχει περάσει την πύλη. Τον περιμέναμε"
-"Τι λες..τι.." Ο Μανώλης δε πρόλαβε να ολοκληρώσει την πρόταση και το τηλέφωνο έκλεισε.

Σε όλη τη διάρκεια της συνομιλίας ο Μανώλης ορκίζεται ότι ο ήχος ήταν μεταλλικός και στο βάθος άκουγε ένα άλλο ήχο σαν δυο σίδερα να χτυπιούνται μεταξύ τους και στη συνέχεια να τρίβεται το ένα με το άλλο.

Προσπάθησε να καλέσει στον αριθμό από τον οποίο τον κάλεσε η Λίλη αλλά ο πάροχος κινητής τηλεφωνίας τον ενημέρωνε ότι ο αριθμός που καλούσε δεν υφίσταται.  Την ώρα που προσπαθούσε για δεύτερη φορά να καλέσει τον αριθμό της Λίλη  άκουσε μέσα στο σπίτι του Γιάννη που βρισκόταν, τον ίδιο συριχτό ήχο και τα σίδερα που τριβόταν μεταξύ τους. Ο ήχος αυτός ερχόταν από το μπάνιο. Έτρεξε να δει τι συμβαίνει και όταν έφτασε στο μπάνιο είδε στο καθρέφτη γραμμένο με κόκκινο χρώμα, σα να ήταν αίμα,το μήνυμα ΒΟΗΘΗΣΕ ΜΕ. 


Και το σοκ του μεγάλωσε όταν πλησίασε στο καθρέφτη για να διαβάσει το μήνυμα και διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να δει ο είδωλό του στο καθρέπτη.

Η αστυνομία δε μπόρεσε να βρει τον Γιάννη ή το πτώμα του και θεώρησε ότι έπεσε θύμα λαθρεμπορίου διακίνησης οργάνων.

Ξέχασα να σας πω ότι ο Μανώλης πήγε στη Πετρούπολη, στη διεύθυνση που τους είχε δώσει η Λίλη. Όχι μόνος του. Μαζί μου. Εκεί το μόνο που βρήκαμε ήταν μια μισοχτισμένη πολυκατοικία, τελείως εγκαταλελειμμένη, ακατοίκητη. Στη μπροστινή πλευρά της μόνο είχε ζωγραφισμένη με γκράφιτι μια πόρτα, με στρογγυλεμένες άκρες. Στη θέση που οι πόρτες έχουν το ματάκι είχε ένα πεντάκτινο αστέρι και πάνω από την πόρτα ένα ανάποδο σταυρό.

Από διάφορους γνωστούς άκουσα πως η ιστορία αυτή επαναλαμβάνεται όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε άλλες πόλεις, ίσως και στο εξωτερικό.  


17

Ποιος χτύπησε την πόρτα;




Η δική μου ιστορία είναι μικρή αλλά πολύ περίεργη, γι' αυτό και σκέφτηκα να σας την στείλω.

Πρέπει να έχουν περάσει πάνω από δέκα χρόνια από τότε. Ήμουν σε ένα χωριό της Άρτας εκείνη τη περίοδο, λόγω δουλειάς. Η εταιρεία στην οποία δούλευα μου είχε εξασφαλίσει τη στέγαση και έτσι δεν χρειάστηκε να ταλαιπωρηθώ ψάχνοντας που θα μείνω. 

Όταν όμως μπήκα μέσα στο σπίτι, το οποίο είχε βρει και νοικιάσει για μένα η εταιρεία, ένιωσα ένα βάρος στο σώμα μου. Μία πίεση, σα να μίκραιναν όλο και περισσότερο τα δωμάτια του διαμερίσματος. 


Σκέφτηκα ότι αυτό οφειλόταν στην παλαιότητα του διαμερίσματος, στο κακό φωτισμό που είχε και στην καταιγίδα που είχε ξεσπάσει από νωρίς το απόγευμα της ημέρας της άφιξής μου και συνέχιζε ακατάπαυστα μέχρι αργά το βράδυ.    

Το διαμέρισμά μου βρισκόταν στο πρώτο όροφο μιας παλιάς μονοκατοικίας του χωριού. Στο ισόγειο της μονοκατοικίας ζούσε η ιδιοκτήτρια, μία ηλικιωμένη κυρία - γύρο στα 75 - γεμάτη ευγένεια και καλοσύνη. Η κυρία Μαρία είχε χάσει πριν μερικά χρόνια τον άντρα της και έμενε μόνη της χρησιμοποιώντας το διαμέρισμα του ισογείου. Το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου, στο οποίο έμενα εγώ, το είχαν κάνει για να μείνει ο γιος τους, αλλά αυτός είχε βρει δουλειά στην Αθήνα και είχε εγκαταλείψει χρόνια το χωριό. 


Η είσοδος για το δικό μου διαμέρισμα γινόταν από την κεντρική εξώπορτα της μονοκατοικίας. Έμπαινες σε ένα κοινό προθάλαμο στα δεξιά του οποίου υπήρχε μια εσωτερική ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στο πάνω όροφο. 

Αν θυμάμαι καλά, τα παράξενα γεγονότα άρχισαν να συμβαίνουν το τρίτο βράδυ. Είχα ξαπλώσει νωρίς το βράδυ καθώς ήμουν πολύ κουρασμένος από τη δουλειά. Η τηλεόραση δεν είχε κάτι ενδιαφέρων, άσε που δεν μπορούσαμε να πιάνουμε καλά τα κανάλια στο χωριό, παρά μόνο την ΕΤ3. Την έσβησα, γύρισα πλευρό και αποκοιμήθηκα.

Ξαφνικά, εκεί που κοιμόμουν, ξύπνησα από ένα τριπλό πολύ δυνατό χτύπημα στην εξώπορτα του διαμερίσματός μου. Κοίταξα αμέσως την ώρα. Ήταν περίπου 02:00. Σηκώθηκα και πήγα στην εξώπορτα. Ρώτησα ποιος είναι αλλά δεν πήρα καμία απάντηση. Ρώτησα ξανά "κυρία Μαρία εσείς είστε; Έγινε κάτι;" αλλά και πάλι δεν απάντησε κανείς.


Επειδή η πόρτα δεν είχε ματάκι ώστε να μπορώ να κοιτάξω αν και ποιος είναι από έξω, αποφάσισα να την ανοίξω. Την άνοιξα σιγά σιγά, χωρίς όμως να σκεφτώ ότι αυτό ήταν επικίνδυνο - ποιος ξέρει ποιος θα μπορούσε να είχε εισβάλει στο σπίτι - αλλά δεν είδα κανένα από έξω. Σκέφτηκα ότι ίσως ήταν η κυρία Μαρία και πως έφυγε πριν ανοίξω την πόρτα αλλά όχι, δεν είχα ακούσει βήματα στη ξύλινη σκάλα που έτριζε κάθε φορά που ανεβοκατέβαινα.  Θα την είχα ακούσει.


Παρόλα αυτά αποφάσισα να κατέβω, να δω αν όντως ήταν αυτή. Κατέβηκα σιγά σιγά τη σκάλα για να μη κάνω θόρυβο και έφτασα στην εξώπορτα του δικού της διαμερίσματος. Ήταν κλειδωμένα. Κοίταξα από την τζαμαρία που είχε δίπλα στη πόρτα. Το μόνο φως που υπήρχε στο διαμέρισμα ήταν αυτό της τηλεόρασης. Την είχε αφήσει ανοιχτή και είχε αποκοιμηθεί στο καναπέ. Έτσι αποφάσισα να επιστρέψω στο κρεβάτι μου και να κοιμηθώ. Την επόμενη μέρα με περίμενε πάλι σκληρή δουλειά.


Καθώς ανέβαινα άκουσα την εξώπορτα του διαμερίσματός μου να κλείνει δυνατά. Φταίει ο αέρας, που λυσσομανούσε από το πρωί, σκέφτηκα. Θα δημιούργησε ρεύμα και θα την έκλεισε. Τώρα όμως που το ξανασκέφτομαι όλα τα παράθυρα στο σπίτι ήταν κλειστά. Ευτυχώς δεν κλείδωνε και μπόρεσα και μπήκα. Ξάπλωσα στο δωμάτιο και ξανακοιμήθηκα.

Την επόμενη μέρα ξύπνησα αργά. Έφυγα γρήγορα για την δουλειά και δεν είδα καθόλου την κυρία Μαρία. Το μεσημέρι που επέστρεψα μου είπε ότι είχε μαγειρέψει κρεατόσουπα για να μου κάνει το τραπέζι. Όσο τρώγαμε την ρώτησα αν το προηγούμενο βράδυ χτύπησε τη πόρτα μου αλλά μου απάντησε ότι την είχε πάρει από νωρίς ο ύπνος στο καναπέ, όπως περίμενα να μου πει άλλωστε.

Ποιος όμως χτύπησε την πόρτα μου δυνατά τρεις φορές εκείνο το βράδυ; 

Το επόμενο διάστημα αισθανόμουν όλο και πιο άβολα στο διαμέρισμα. Παρόλο που κοιμόμουν πολλές ώρες, ένοιωθα πάντα κουρασμένος. Χωρίς ενέργεια. Όποτε ξάπλωνα αισθανόμουν ένα βάρος στα πόδια μου. Η εξήγηση που έδινα ήταν ότι έφταιγε η πολύωρη ορθοστασία λόγω δουλειάς. Και πάντα ένοιωθα σαν κάποιος να με κοιτάει, να με παρακολουθεί.


Το μυστήριο άρχισε να μεγαλώνει, όταν άρχισα να χάνω προσωπικά μου αντικείμενα. Για την ακρίβεια αλλού τα άφηνα και αλλού τα έβρισκα. Για παράδειγμα, έβγαλα το ρολόι μου για να κάνω μπάνιο και το άφησα πάνω στο πλυντήριο. Όταν όμως τελείωσα το μπάνιο το ρολόι μου δεν ήταν εκεί. Το βρήκα την επόμενη μέρα ενώ σκούπιζα κάτω από το κρεβάτι μου. Το ίδιο γινόταν με το πορτοφόλι μου, την ταυτότητά μου, τα κλειδιά του αυτοκινήτου.

Το αποκορύφωμα έγινε όταν έχασα το σταυρουδάκι που φορούσα. Δε το έβγαζα ποτέ. Το φορούσα πάντα. Ένα πρωί όμως που ξύπνησα απλά δε το είχα. Σκέφτηκα ότι θα κόπηκε η αλυσίδα και πως θα έπεσε κάπου στο κρεβάτι. Δε το βρήκα όμως. Ναι το φορούσα όταν ξάπλωσα καθώς κάθε φορά πριν κοιμηθώ το φιλούσα. Έτσι και το βράδυ πριν εξαφανιστεί. 

Φοβήθηκα. Πάντα σκεφτόμουν μήπως η κυρία Μαρία έμπαινε στο διαμέρισμά μου, όταν έκανα μπάνιο, όταν κοιμόμουν και έπαιρνε τα πράγματά μου. Καθώς κατέβαινα γρήγορα τις σκάλες για να πάω να της μιλήσω είδα κάτι στα σκαλοπάτια που δε θα το ξεχάσω: Το σταυρουδάκι μου μαυρισμένο, σα να είχε καεί, πάνω σε ένα σκαλοπάτι... Έσκυψα και το πήρα... Στο σκαλοπάτι είχε αφήσει, σαν να έγινε από κάψιμο, το σχήμα του σταυρού, στο μέγεθος που είχε το σταυρουδάκι μου.


Βγήκα γρήγορα από το σπίτι. Στην αυλή με καλημέρισε η κυρία Μαρία: "Πολύ ανήσυχος μου ήσουν χτες. Τι έγινε και έκανες τόση φασαρία γιε μου;" Δεν απάντησα...Δεν ήξερα τι να απαντήσω...στην πραγματικότητα δεν ήξερα για τι πράγμα μιλούσε. Δεν είχα κάνει καθόλου φασαρία. Κοιμόμουν.

Εκείνη την μέρα έψαξα στο χωριό να βρω αλλού να μείνω αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Έψαξα και στις γύρω περιοχές αλλά και πάλι δε βρήκα κάτι. Αποφάσισα λοιπόν να παραιτηθώ και επέστρεψα στην Θεσσαλονίκη.

Δε γνωρίζω ποιος χτύπησε την πόρτα και γιατί συνέβησαν όλα αυτά τα γεγονότα από εκείνη τη στιγμή και ύστερα. Ξέρω μόνο ότι από τη στιγμή που έφυγα σταμάτησαν όλα τα περίεργα περιστατικά.



13

Πνεύμα ή παράλληλο σύμπαν;




Ήμουν θυμάμαι στα Τρίκαλα εκείνη την περίοδο. Ήταν τις πρώτες μέρες του καλοκαιριού ή λίγο πριν αποχαιρετίσουμε τον Μάιο. Ο καιρός ήταν κατά τη διάρκεια της μέρας πολύ καλός αλλά μόλις έπεφτε το βράδυ η ψύχρα γινόταν αισθητή επάνω στο δέρμα σου.

Εκείνη τη μέρα αποφάσισα να πάω στο στάδιο για να παρακολουθήσω αγώνες στίβου που πραγματοποιούνταν στην πόλη. Οι αγώνες τελείωσαν αρκετά αργά. Πρέπει να ήταν περίπου 23:30 όταν έφυγα από το στάδιο.

Το σπίτι μου ήταν σχεδόν έξω από τα Τρίκαλα, λίγο μετά τη πυροσβεστική, στους πρόποδες του λόφου που βρισκόταν τότε και ο ζωολογικός κήπος. Αρκετά μακριά από το στάδιο που ήμουν, αλλά μιας και ο καιρός ήταν αρκετά καλός, αποφάσισα να επιστρέψω με τα πόδια.

Για να φτάσω πιο γρήγορα, αποφάσισα να μην πάω από το κέντρο αλλά μέσα από στενά, πίσω από μια στρατιωτική σχολή που έχει η πόλη. Θυμόμουν ότι οι δρόμοι ήταν καλά φωτισμένοι και σκέφτηκα πως δε θα αντιμετώπιζα κάποιο πρόβλημα παρόλο το περασμένο της ώρας.

Δε φανταζόμουν όμως τι επρόκειτο να αντιμετωπίσω...

Οι δρόμοι ήταν άδειοι.  Η υγρασία στην ατμόσφαιρα γινόταν ορατή στο φως των λαμπών που ήταν τοποθετημένοι αραιά επάνω στο πεζοδρόμιο που βάδιζα και η ησυχία που επικρατούσε απαραίτητη για τα αυτιά μου, που είχαν ταλαιπωρηθεί τόσες ώρες από τις ζητωκραυγές στο στάδιο. Ησυχία όμως που δε θα κρατούσε για πολύ.

Καθώς βάδιζα απολαμβάνοντας την όμορφη νύχτα άκουσα ένα περίεργο θόρυβο, ο οποίος μου τράβηξε κατευθείαν την προσοχή. Ακουγόταν σαν γρύλισμα σκύλου ή καλύτερα λύκου θα έλεγα. Όσο προχωρούσα τόσο πιο κοντά ακουγόταν ο ήχος. Επειδή υπήρχε ο ζωολογικός κήπος στην περιοχή φοβήθηκα μήπως το είχε σκάσει από το κλουβί του κάποιος λύκος και μου επιτεθεί. Αλλά καθώς πλησίαζα περισσότερο, κατάλαβα ότι ο ήχος του λύκου προερχόταν από μία μονοκατοικία μερικά μέτρα μακριά μου, στα δεξιά του δρόμου.




Μπροστά στην μονοκατοικία υπήρχε μια αυλή με ελάχιστη θαμνώδη βλάστηση. Τα φώτα της ήταν αναμμένα σε όλα τα δωμάτια, ο φωτισμός  όμως ήταν θαμπός, σα να τον κατάπινε η υγρασία της πόλης. Έξω στην αυλή, ακριβώς μπροστά από την εξώπορτα της μονοκατοικίας, καθόταν μια γυναίκα, μεγάλη σε ηλικία, μαζί με ένα μικρό αγοράκι, περίπου 10 -12 ετών θα έλεγα.



Η γυναίκα, όσο μπορούσα να διακρίνω, είχε ανακατεμένα μαλλιά που έφταναν μέχρι τους ώμους και ένα διαβολικό χαμόγελο που το συμπλήρωνε η όλο πονηριά και ικανοποίηση έκφραση των ματιών της. Δεν ήταν ψηλή και είχε αρκετά κιλά. Παρόλο που υπήρχε ικανοποιητικός φωτισμός και μπορούσα να δω το πρόσωπό της, δε μπόρεσα να συγκρατήσω τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά της. Θυμάμαι μόνο ότι ο ρουχισμός της ήταν φαρδύς και σκουρόχρωμος.

Το αγοράκι στεκόταν μπροστά της και έβγαζε τις κραυγές του λύκου που άκουγα! Όλο και πιο δυνατά, όλο και πιο έντονα. Και η γυναίκα το κοιτούσε με ικανοποίηση και με το βλέμμα της ένιωθα ότι το παρότρυνε να συνεχίσει, να τα καταφέρει καλύτερα. 

Όταν πλέον είχα φτάσει έξω από την αυλή του σπιτιού, η οποία ήταν περιφραγμένη με ένα χαμηλό σε ύψος τοίχο με κάγκελα, είδα ότι η γυναίκα και το παιδάκι, το οποίο συνέχιζε να βγάζει τις κραυγές του λύκου, άρχισαν να πλησιάζουν προς το μέρος μου!

Πανικοβλήθηκα και άρχισα να τρέχω. Άρχισα να τρέχω όσο πιο γρήγορα μπορούσα μέχρι που έφτασα στο σπίτι μου. Δε κοίταξα ποτέ πίσω μου να δω τι έκαναν η γυναίκα και το παιδί. Ο φόβος μου ήταν μεγάλος. Μπήκα μέσα στο σπίτι, άναψα όλα τα φώτα και προσπάθησα να  ηρεμήσω και να ξεχαστώ. Εκείνο το βράδυ δεν μπόρεσα να κοιμηθώ.

Μετά από δύο ή τρεις μέρες αποφάσισα να ξαναπεράσω από εκείνο το δρόμο και να δω το σπίτι. Φυσικά, όλο αυτό το επιχείρημα το έκανα κατά τη διάρκεια της μέρας. 

Όταν έφτασα στο σπίτι με περίμενε ακόμη μια έκπληξη... Η μονοκατοικία έμοιαζε εγκαταλελειμμένη καιρό. Οι πόρτες και τα παράθυρα ήταν σχεδόν κατεστραμμένα και τα παντζούρια κρεμόταν ξεφλουδισμένα από το πέρασμα του χρόνου. Στα παράθυρα του δωματίου που βρισκόταν στα δεξιά της εξώπορτας, του σημείου όπου πρωτοαντίκρισα τη περίεργη γυναίκα με το παιδάκι, υπήρχαν καρφωμένες σανίδες, με μεγάλα κενά μεταξύ τους, για να κλείνουν την είσοδο...

Κι όμως, εγώ το είδα να φωτίζεται. Είδα τη περίεργη αυτή γυναίκα με το διαβολικό χαμόγελο και το παιδάκι να κάνει το λύκο...Τους είδα και τους άκουσα...

Δεν μπορώ να εξηγήσω τι ήταν αυτό που είδα... Ξέρω όμως ότι δε πρόκειται να περάσω ξανά πότε βράδυ από εκείνο το σημείο...


9

Our Horror Stories



Όλοι κατά τη διάρκεια της ζωής μας ζήσαμε κάποιες στιγμές επικίνδυνες, παράξενες, τρομακτικές, ανεξήγητες...

Όλοι έχουμε ακούσει ιστορίες από τους γύρω μας, οι οποίες δεν μπορούν να εξηγηθούν εύκολα...

Εδώ, σε αυτό το χώρο, σε αυτό το blog θα κάνουμε την δική μας παρέα για να συζητάμε όλες αυτές τις ιστορίες μας... 

Και που ξέρετε, ίσως να μην είμαστε οι μόνοι που ζήσαμε την τρομακτική εμπειρία, ίσως και άλλοι να βρέθηκαν στην ίδια περίεργη κατάσταση με μας, ίσως βρούμε τις απαντήσεις που ψάχνουμε...

Στείλε την δική σου ιστορία ή την ιστορία που έχεις ακούσει και μοιράσου την με όλους όσους έχουν ζήσει κάτι αντίστοιχο ή τους αρέσει το μυστήριο και το τρομακτικό στο 


ourhorrorstory@gmail.com

Όλες οι ιστορίες μας θα αναρτούνται χωρίς καμία παρέμβαση και θα υπάρχει η δυνατότητα σχολιασμού της κάθε ιστορίας.

Περιμένουμε λοιπόν μηνύματα από όλους όσους έχουν ζήσει μα εμπειρία τρόμου, μυστηρίου, μεταφυσικού...

Καλό μας ταξίδι σε ένα κόσμο διαφορετικό από το συνηθισμένο.