Όταν ήμουν μικρή η μητέρα μου με πήγαινε στη παιδική χαρά που υπάρχει στην κεντρική πλατεία της πόλης. Η παιδική χαρά, αν και ανακαινίστηκε πολλές φορές, υπάρχει ακόμη και σήμερα.
Θυμάμαι λοιπόν ότι όταν πήγαινα στη παιδική χαρά έβλεπα πάντα έναν άντρα, μεγάλο σε ηλικία, να κάθεται πάντα στο ίδιο παγκάκι κοντά στις κούνιες. Η μητέρα μου, μου είχε πει ότι είχε χάσει την οικογένειά του.
Ήταν ήσυχος άνθρωπος και δεν μας ενοχλούσε ποτέ. Αντίθετα εμείς ήμασταν οι κακοί της υπόθεσης. Τον κοροϊδεύαμε πολλές φορές γιατί τον βλέπαμε να μιλάει και να γελάει μόνος του. Και αυτός κατέβαζε κάτω το κεφάλι του στεναχωρημένος, αλλά έμενε πάντα εκεί υπομονετικά.
Εγώ μεγάλωσα και κάποια στιγμή έφυγα στην Αθήνα για σπουδές. Όταν επέστρεφα την πόλη μου πάντα έκανα μια βόλτα και πάντα, όταν περνούσα από την πλατεία, έβλεπα αυτόν τον άντρα, παππού πια, να κάθεται στην πλατεία. Όλοι στην πόλη ήξεραν γι αυτόν. Γνώριζαν τι κακό του είχε κάνει ο χαμός της κόρης του.
Τώρα τα Χριστούγεννα ξαναεπέστρεψα στην πόλη μου. Όταν πέρασα όμως από την πλατεία για να πάω στο σπίτι μιας φίλης μου, ο άντρας αυτός δεν ήταν εκεί. Μου έκανε εντύπωση γιατί ήταν η πρώτη φορά που έλειπε από εκεί. Έτσι όταν έφτασα στη φίλη μου τη ρώτησα σχετικά.
Έτσι έμαθα πως ο άντρας αυτός, παππούς πια, είχε πεθάνει.
Από τη φίλη μου έφυγα αρκετά αργά το βράδυ. Πηγαίνοντας στο σπίτι μου πέρασα από την κεντρική πλατεία και αποφάσισα να κάνω μια βόλτα στη παιδική χαρά να θυμηθώ τα παιδικά μου χρόνια. Είχαν περάσει σχεδόν 20 χρόνια από τότε που πήγαινα μικρή εκεί.
Είχε αλλάξει αρκετά. Μόνο η τσουλήθρα και οι κούνιες είχαν παραμείνει στο ίδιο μέρος, αλλά ήταν πιο μοντέρνες πια. Αν και δε θυμάμαι να φυσούσε καθόλου, η μία κούνια κουνιόταν. Δεν έδωσα σημασία και πλησίασα στις κούνιες διασχίζοντας τη παιδική χαρά.
Τότε άκουσα βήματα πίσω μου. Γύρισα αλλά δεν είδα τίποτα. Συνέχισα να περπατάω πιο γρήγορα αυτή τη φορά. Πάλι άκουσα βήματα. Γύρισα τρομαγμένη. Τίποτα και πάλι... Συνέχισα να περπατάω όταν είδα να κάνει κούνια ένα μικρό κοριτσάκι! Δεν ήταν κανείς άλλος εκεί... Μόνο το κοριτσάκι... Εκεί που πριν δεν υπήρχε τίποτα!
Με κοιτούσε επίμονα... Πήγα να φύγω όταν με φώναξε: "Τώρα που πέθανε ο πατέρας μου θα με κουνάς εσύ;"
Δε μίλησα, δεν είπα τίποτα... Ήμουν τόσο μπερδεμένη, τόσο φοβισμένη...
Το κοριτσάκι μου ξαναείπε: "Τώρα που πέθανε ο πατέρας μου θα με κουνάς εσύ;"
Πριν προλάβω να απαντήσω κάποιος με άρπαξε από το χέρι! Έβγαλα μια τσιρίδα από τη τρομάρα μου!
Ήταν ένας παιδικός μου φίλος που χάρηκε που με είδε ξαφνικά εκεί!
"Συγγνώμη δεν ήθελα να σε τρομάξω!" μου είπε στεναχωρημένος.
Πήγα να του δείξω και να του πω για το κοριτσάκι στη κούνια αλλά δεν ήταν πια εκεί. Είχε εξαφανιστεί έτσι περίεργα όπως είχε εμφανιστεί.
Μίλησα λίγο με το φίλο μου και με επέστρεψε στο σπίτι μου. Δεν ξαναπέρασα από εκεί. Ποιο ήταν το κοριτσάκι; Μήπως ήταν η νεκρή κόρη του ηλικιωμένου ανθρώπου που περνούσε όλη τη ζωή του στη παιδική χαρά; Μήπως γι' αυτό ήταν συνέχεια εκεί; Μήπως έβλεπε τη νεκρή του κόρη; Μήπως τώρα που πέθανε ο ηλικιωμένος άντρας, η κόρη του ήθελε εμένα να πάρω τη θέση του;
Our Horror Stories: Ευχαριστούμε την φίλη μας Τασούλα για την ιστορία που μας έστειλε.
Διαβάστε επίσης: